Κριτική της συγγραφέως Τζίνας Μιτάκη για το «Ο Απρίλης στάθηκε αλήτης»
Περασμένες δυόμιση το ξημέρωμα, έβγαλα τα γυαλιά μου (που θέλουν άλλαγμα) και έκλεισα ένα βιβλίο 520 σελίδων ακουμπώντας το στο στήθος μου. Πάνε, δεν ξέρω πόσα χρόνια, από τότε που διάβασα πρώτη φορά στα σοκάκια του διαδικτύου σε κάποιο blog τα κείμενα ενός αγοριού με μακριά μπουκλωτά μαλλιά και τα οποία κείμενα υπέγραφε ως Γιάννης Φιλιππίδης. Κάθε φορά, τότε δεν φόραγα γυαλιά, και τότε κρατούσα για ώρα τις λέξεις του στο στήθος μου. Ήταν τόσο οικείες, τόσο "δικές μου".
Ποτέ δεν μπόρεσα να ξεχωρίσω κάτι από όσα διάβαζα από τον Γιάννη, ο οποίος στην πορεία από μια διαδικτυακή γνωριμία έγινε ένας φίλος καρδιάς. Ούτε από τα κείμενα του στο blog, ούτε το πρώτο του βιβλίο που με αξίωσε να γνωριστώ με την Βασιλική της καρδιάς μας (Η μυρωδιά σου στα σεντόνια μου) η εκείνο το μικρούλι Αχ (Ο εραστής η μέλισσα και ένα μικρούλι Αχ) ή το χειρόγραφο που κρατούσα ένα καλοκαιρινό ξημέρωμα του 2010 σφιχτά στο στήθος μου, φεύγοντας από την βεράντα της Κυψέλης και τα μάτια μου φώναζαν στους ελάχιστους περαστικούς που πέρναγαν από δίπλα μου, όσο περίμενα ταξί μέσα στη μαύρη νύχτα "μην με πλησιάζεις Κρατώ Μυστικό" ως το Μα το ψάρι είναι φρούτο, το Ζωή με λες και την σπαρταριστή Λούσιφερ. Δεν μπόρεσα να ξεχωρίσω κανένα γιατί όλα τα ένοιωθα τόσο "δικά μου".
Αυτό το τόσο δικά μου ήταν και η αιτία να γνωρίσω από κοντά τον Γιάννη Φιλιππίδη πριν πολλά χρόνια για να δω ποιος ήταν αυτός ο άγνωστος που με τόση μαεστρία ακούμπαγε "δικά μου" πράματα και τα έφερνε στο φως με τη πένα του. Εδώ και κάμποσες μέρες, κάθε βράδυ αργά, διαβάζοντας αυτόν τον Απρίλη που στάθηκε αλήτης είναι στιγμές που αν είχα κοντά μου τον Γιάννη θα τον έπνιγα στις αγκαλιές και στιγμές που θα τον άρχιζα στα χαστούκια.
Σπάνια μπαίνω στη διαδικασία να γράψω κάποιο είδος κριτικής για τα βιβλία που διαβάζω μιας και αγαπώ να κρατώ το απόσταγμα κάθε βιβλίου στο κελάρι της ψυχής μου γιατί πιστεύω πως για τον κάθε αναγνώστη αυτό το απόσταγμα όσο παλιώνει εντός του αφήνει ξεχωριστά αρώματα και γεύση, αφήνοντας την κριτική για τους "ειδικούς".
Αν σήμερα περιμένετε να διαβάσετε μια κριτική αντικειμενική και αποστασιοποιημένη από οτιδήποτε προσωπικό μην κάνετε τον κόπο να συνεχίσετε την ανάγνωση.
Αυτός ο Απρίλης εκτός από αλήτης στάθηκε μοναδικά και απερίγραπτα "δικός μου" σε σημείο που αναρωτήθηκα αν έχει βρει κάποιο μαγικό τρόπο ο Φιλιππίδης να καταγράφει όχι μόνο σπαρταριστές λεπτομέρειες της καθημερινότητας μου τις οποίες ουδέποτε το έφερε η κουβέντα να του αποκαλύψω αλλά και σκέψεις και συναισθήματα.
Αυτός ο Απρίλης που θα ήθελα να διαβάσω σε μια νύχτα αλλά τα γυαλιά μου (που θέλουν άλλαγμα) δεν μου το επέτρεψαν, στάθηκε τόσο αλήτης που με έκανε να γελάω ασταμάτητα και δυνατά μέσα στη νύχτα σαν την τρελή του χωριού και την άλλη στιγμή να κλαίω ασταμάτητα επίσης. Στιγμές που την ουσία τους την βιώνεις στην καθημερινότητα σου και όταν τις βιώνεις επαναλαμβανόμενα φαντάζουν δυσβάσταχτες είναι θεραπευτικό να ξετυλίγονται μπροστά σου με άλλους πρωταγωνιστές, διαφορετικά "σκηνικά" και "κουστούμια".
Αυτός ο Απρίλης δεν στάθηκε μόνο αλήτης μα στάθηκε θεραπευτικός για μένα. Στη ροή τριάντα ωρών μέσα από το "ξεσκόνισμα" της μνήμης που είναι ικανό να φέρει την ανατροπή ξετυλίγεται η ζωή τριών γυναικών, των κεντρικών ηρωίδων του βιβλίου, που είναι δεμένες με τον ισχυρότερα άρρηκτο δεσμό μεταξύ τους. Τρεις γυναίκες τόσο διαφορετικές και τόσο ίδιες μεταξύ τους. Είναι η μοίρα αυτού του δεσμού να είναι τόσο ίδιοι και τόσο διαφορετικοί οι άνθρωποι που ενώνει και κανείς δεν ξεφεύγει από αυτό.
Αυτό το ξετύλιγμα της ζωής που είναι αναπόφευκτο να περνάει μέσα από δύσκολα μονοπάτια όπως ακριβώς η ίδια η ζωή όχι μόνο δεν είναι βαρετό μα η πένα του συγγραφέα χωρίς να του στερεί τίποτα από την βαρύτητα της ουσίας του και της λεπτομέρειας του το κάνει σπαρταριστό. Μια μάστιγα που ολοένα και θεριεύει στους καιρούς μας και παρασύρει στην δίνη της, ανθρώπους που υπήρξαν στη διάρκεια της ζωής τους δυναμικοί , ευφυείς και ικανοί και μεταμορφώνει το μυαλό τους σε ένα παχύρρευστο χυλό μέσα στον οποίο πνίγονται οι ίδιοι αλλά και οι κοντινοί τους άνθρωποι η πένα του συγγραφέα την ακουμπάει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ακουμπάει και φέρνει στο φως τον ισχυρότερα άρρηκτο δεσμό των τριών ηρωίδων του και πως διαχειρίζονται η καθεμία με τον δικό της τρόπο αυτό το "ίδιο" και "διαφορετικό" τους για να χτίσουν την δική τους προσωπικότητα και ζωή, με τρυφεράδα και σπαρταριστό χιούμορ χωρίς να πέσει στο ατόπημα να τα γελοιοποιήσει αλλά να καταφέρνει να τ’ απαλλάξει από κείνο το σκοτεινό βάρος που η φύση τους τα χαρακτηρίζει
Με την ίδια τρυφερή αλλά με χιούμορ πένα φέρνει στο φως και αποδίδει την ουσία αλλά και τη λεπτομέρεια ακόμα και των πιο τραγικών στιγμών -όπως ο θάνατος δικών και αγαπημένων - των ηρωίδων του . Και αν στο "Κρατάς Μυστικό" η σκοτεινή στυφή και στρυφνή Λαμπρινή έκανε ένα σύντομο αλλά δυνατό και όχι απαρατήρητο πέρασμα στην ιστορία της Αλεξάνδρας, της Άννας και του Μάρκου εδώ δεν θα περάσει απαρατήρητη η αστεία Λουίζα. Αν μετά το ταξίδι του καθενός μας που αργά η γρήγορα γίνεται, το ταξίδι στη μνήμη, που μας επιτρέπει να δούμε καθαρά μέσα και γύρω μας τραβώντας την κουρτίνα της ομίχλης των θαμμένων συναισθημάτων, αναγκών και θέλω δεν στέκεται ικανό στην πραγματική ζωή να μας ελεήσει με μια ανατροπή για να κερδίσουμε τα χαμένα, η πένα του συγγραφέα ελεεί την Στέλλα του με αυτή την ανατροπή και εμάς τους αναγνώστες με την παραμυθία της ανατροπής για να γλυκάνει αυτό το αμείλικτο ερώτημα πως στο καλό καταφέρνουμε να χάνουμε μέσα από τα χέρια μας το "ρούχο" που ταιριάζει στη ζωή μας».