Εφημερίδα «Πρώτο ΘΕΜΑ» • συνέντευξη στο Γρηγόρη Χαλιακόπουλο
Η εταιρεία «Άνεμος Εκδοτική», είναι το νέο εναλλακτικό εγχείρημα στο χώρο των εκδόσεων. Γιάννης Φιλιππίδης και Νικόλας Τελλίδης, οι δυο εμπνευστές αυτού του επιχειρηματικού τολμήματος και μάλιστα εν μέσω οικονομικής κρίσης. Συγγραφέας και ηθοποιός ο πρώτος, γραφίστας και επιμελητής εκδόσεων ο δεύτερος, έχουν ήδη κερδίσει αρκετούς αναγνώστες στο χώρο της ποιοτικής λογοτεχνίας αλλά και πολλούς δημιουργούς. Με αφορμή το νέο βιβλίο του Γιάννη Φιλιππίδη «Ζωή με λες» που παρουσιάστηκε στον ξεχωριστό χώρο του Booze, μας μίλησε για όλα, σε μια ιδιαίτερα αποκαλυπτική συνέντευξη.
Ηθοποιός, συγγραφέας και τώρα συνεκδότης της "Άνεμος Εκδοτική". Πως συνδέονται όλα αυτά στη ζωή σας; Η ζωή κυλάει για τον καθένα μας με τρόπο απόλυτα συγκεκριμένο, σπανιότερα τυχαίο. Το θέατρο έγινε σε πρώιμη ηλικία, ο τρόπος για να βλέπω διαυγέστερα τους άλλους γύρω μου κι όσα συνέβαιναν, μετά έγινε αντικείμενο σπουδών κι επαγγελματική ιδιότητα μου.
Ουσιαστικά ήταν το πρώτο μεγάλο στοίχημα για μένα και καθώς, δεν ήμουν παιδί με οικονομικά στηρίγματα κι ανέσεις, προχώρησε αλλά στη διαδρομή ένιωσα ότι δεν οδηγούσε εκεί που ήθελα. Είχα παλέψει ν’ ανακαλύψω την υποκριτική τέχνη, γιατί αγαπούσε κι ασχολιόταν με την ανθρώπινη ψυχή κι όσα αισθανόμαστε, αλλά συχνά δε καταφέρνουμε να εκφράσουμε ή να κουβεντιάσουμε. Η λογική ωστόσο, που κυνηγάει το μηνιάτικο και το ένσημο στη δουλειά του ηθοποιού, σε προσγειώνει σχετικά ανώμαλα, αν δεν έχεις το περιθώριο των αισθητικών σου τουλάχιστον επιλογών και κατευθύνσεων. Από έλλειμμα ψυχής λοιπόν ξεκίνησα να γράφω, όταν συναναστράφηκα τυχαία το πληκτρολόγιο ενός υπολογιστή της γενιάς του ’90.
Τα βιβλία υπήρξαν, γιατί προέκυψε δυναμικά το πρώτο χειρόγραφο και το πρώτο μικρό κοινό αναγνωστών που ευτυχώς, ολοένα μεγαλώνει κι αυτό για έναν δημιουργό είναι το πιο μαγικό. Γιατί του χαρίζει το πλεονέκτημα, ν’ αποφασίζει για το τι θα γράψει ή τι θα εκδώσει, το πως και το πότε. Αυτό, μπορεί για κάποιον μη γνώστη ν’ ακούγεται αυτονόητο, ωστόσο οι δημιουργοί συχνά επηρεάζονται αρνητικά στο έργο τους, αφού στο χώρο των εκδόσεων κυριαρχεί η λογική της αγοράς κι αυτό είναι το τελευταίο πράγμα συνήθως, που μπορεί να ζωντανέψει την πένα στα χέρια ενός συγγραφέα. Λειτουργώντας λοιπόν εναλλακτικά, χτίσαμε από την αρχή το μικρό αλλά δυναμικό και φιλόδοξο εκδοτικό μας σχήμα, τον «Άνεμο». Ζώντας σε μια ευτυχή σχιζοφρένεια να ταξιδεύω μιλώντας για τρία βιβλία ταυτόχρονης κυκλοφορίας δικά μου μέσα στην ίδια χρονιά λέω, ότι αφού αντέχει όλο αυτό το σχέδιο και οικονομικά, θα πει πως άξιζε ο μόχθος κι ο αγώνας μας.
Το βιβλίο σας «Ζωή με λες» σε ποιο κοινό απευθύνεται;
Η αλήθεια, οι αξίες κι όσα επιμένουμε να ονειρευόμαστε, αφορούν τον καθένα από μας ξεχωριστά κι όλους μαζί σα κοινωνία. Η πιο εμφανής αξία μας, η ίδια η ζωή, αλλάζει με τρόπο και ταχύτητες μη αναμενόμενες. Εκεί έρχεται ήπια και ανθρώπινα, η γλυκιά ματιά της πεζογραφίας, που εμμένει ν’ αντιλαμβάνεται αυτό τον κόσμο, μονάχα μέσα από τα συναισθήματα και το πνεύμα, πολύ λιγότερο την ύλη με τη στενή της έννοια. Το «Ζωή με λες» λοιπόν είναι μια σειρά από ανθρώπινες ιστορίες που ‘χουν σκοπό ν’ αγγίξουν και να φωτίσουν διαφορετικές γωνιές μας. Του δώσαμε το γενικό όρο «παιχνίδια πεζογραφίας», αλλά στην πραγματικότητα παίξαμε με το σημαντικό φωτογραφικό υλικό της Ρενέ Ρέβαχ, που δίνει άλλη έκταση στον λόγο, όπως αυτός εντυπώνεται με την ταυτόχρονη παρουσία μιας σκόπιμα επιλεγμένης εικόνας.
Μέσα από κείμενα απλά που μπορούν να διαβαστούν ακόμα κι αν περπατάμε ταυτόχρονα στο δρόμο, προσπαθεί να επικοινωνήσει το γεγονός ότι, αφ’ ης στιγμής ο κόσμος ρέει προς την επόμενη εκδοχή του, δεν έχουμε, παρά να παλέψουμε για να βελτιώσουμε τις συνθήκες κι αυτό, προϋποθέτει ψυχική ενέργεια και ισορροπία, αφού έχουμε να κάνουμε με την ανθρώπινη ψυχή. Τι το καλύτερο απ’ το να ξεκινήσουμε από ένα βιβλίο, που μιλάει για όσα βλέπει γύρω του; Είναι καιρός να θυμηθούμε ξανά την παλιά καλή σχέση μας με τα βιβλία, ή να ξεκινήσουμε από την αρχή. Επιστρέφοντας μέσα από το διάβασμα στη σιωπή της εσωτερικής μας σκέψης, η εικόνα των καθημερινών μας δεδομένων ηρεμεί, διευρύνεται κι αυτό κάνει την ψυχή ν’ ανασαίνει καλύτερα.
Είσαστε από τους πρωτοπόρους της ιντερνετικής επικοινωνίας. Σας έχει ωφελήσει αυτή η ενασχόληση;
Ο χώρος του βιβλίου, αντίθετα απ’ ότι πιστεύουν πολλοί, δε χαρακτηρίζεται από τη μέγιστη αξιοκρατία, τουναντίον: διαφημιστικοί προϋπολογισμοί, τρυκς και παράξενα φαινόμενα στο χώρο της πώλησης από τη μια κι η εμπορική λογική σκέψης των τυπικών εκδοτικών οίκων, μπορεί να φέρει συχνά σ’ αδιέξοδο, τέλμα ή κίνδυνο πνευματικού και φυσικού αφανισμού, αν δεν έχει ο ίδιος την πολύτιμη διαχείριση της πληροφορίας, που αφορά στο άτομο και το έργο του. Δε χαρακτηρίζομαι από ιδιαίτερη εξυπνάδα ή επιτηδειότητα σε ζητήματα αυτοπροώθησης. Αλλά χρόνια πριν, ανακάλυψα την καλή, τη μαγική πλευρά της επικοινωνίας μέσω διαδικτύου μέσα από ένα μπλογκ, που μάζευε φίλους, που όλο και πλήθαιναν. Μικρά κείμενα για ελεύθερη ανάγνωση, που να μπορούν να διαβάζονται χωρίς τη μεσολάβηση πώλησης, ήταν ο αρχικός στόχος. Η ευρεία ηλεκτρονική δικτύωση όσο κι αν λοιδορείται απ’ όσους έβλεπαν τη διαχείριση της πληροφορίας/είδησης σα δικό τους μικρομάγαζο, αφήνει τεράστια πλεονεκτήματα, χωρίς κόστη και ηθικά διλήμματα για έναν δημιουργό. Με μια τακτική σύνδεση με περισσότερους από 20.000 αντικειμενικούς χρήστες ελληνικού διαδικτύου, νιώθω ασφαλέστερος κι ηρεμότερος τις ώρες, που απομονώνομαι να γράψω, αφήστε που στα διαλείμματά μου μπορώ και ξαναβρίσκω την πιο άμεση και ανθρώπινη ηλεκτρονική και φυσική παρέα. Ευγνώμων ωστόσο νιώθω, που ευτύχησα σα συγγραφέας ν’ αναγνωρίζομαι και να εκτιμώμαι από ανθρώπους που, αν δεν υπήρχε η δίκαιη πρόσβαση στο διαδίκτυο, λογικά θα με μάθαιναν αργά ή δε θα με γνώριζαν ενδεχομένως και ποτέ.
Τα μυθιστορήματα αντιγράφουν τη ζωή ή το αντίθετο;
Χαμογελώντας χθόνια, γιατί συνειρμικά έχω στο νου την παράλληλη αρχέγονη απορία στη σχέση αυγού και κότας, θα πω ότι η πεζογραφία ξεκινά ν’ αντιγράψει τη ζωή, να την αναδείξει και να την υπερβεί, έτσι όπως μονάχα μια δυνατή θεατρική παράσταση μπορεί να κάνει. Αλλά ένα μυθιστόρημα, μέσα από το σκιτσάρισμα μιας σειράς φαινομενικά ίσως ακόμα κι άσχετων προσώπων, πετυχαίνει συχνά να διεισδύσει τόσο μειλίχια κι ανύποπτα μέσα μας, στο βαθμό του ν’ αλλάξει ή να επηρεάσει τον αναγνώστη στην οπτική του για τον κόσμο γύρω του. Ένα μυθιστόρημα λοιπόν, μπορεί να επηρεάσει συμπεριφορές ή να τις καθορίσει, ελπίζω πάντα σα δημιουργός μονάχα ευχάριστα και για το καλό.
Αν το δούμε έτσι, η ζωή καταλήγει να υιοθετεί μυστικά της πεζογραφίας και των έμμεσων ζητημάτων ψυχής, που θίγει ασταμάτητα. Κι εκεί μεγαλώνει η σημασία του στοιχήματος για έναν συγγραφέα: είν’ ανάγκη να λειτουργεί ως ακέραιο και βαθιά σκεπτόμενο διάμεσο, ν’ αποτυπώνει καλόπιστα, εύληπτα και καίρια τη ζωή σε τέτοιο βαθμό, του να καταφέρνει να επιστρέφει σ’ εκείνην έναν αναγνώστη, καλύτερο μετά απ’ τον επίλογο κάθε βιβλίου.
Τι απαιτείτε από τον εαυτό σας όταν γράφετε ένα βιβλίο;
Απόλυτη ειλικρίνεια στη σχέση μου με το χειρόγραφο απαιτώ, εντιμότητα στη διαχείριση του λόγου. Επιμένω να γράφω παρορμητικά, κινητοποιώντας τρυφερότητα και ζωντάνια, ό,τι όμορφο ανασαίνει μέσα μου.
Η συγκρότηση προκειμένου να στοιχίσεις σε τελικό επίπεδο ένα μυθιστόρημα τετρακοσίων και πλέον σελίδων, είναι έτσι κι αλλιώς αναγκαία σε βαθμό του να φέρνει αυθόρμητους σε μένα συνειρμούς που αναφέρονται σε τάξη, εγκράτεια, συνέπεια στο χρόνο, ανοιχτές κεραίες στην αντίληψη και την επεξεργασία των καθημερινών νέων ερεθισμάτων.
Ό,τι απ’ τα παραπάνω δε συμβαίνει, καθρεφτίζει τ’ αποτελέσματά του στο κείμενο, απειλεί να επηρεάσει αρνητικά το αποτέλεσμα. Όσοι θέλουν να αισθάνονται ή να λειτουργούν σαν εργάτες της Τέχνης γνωρίζουν καλά, ότι εξυπακούεται αφιέρωση και τελειομανία, αυτή η τελευταία, μας διασώζει συχνά από λάθη, που δεν μας τιμά να μνημονεύονται στο μέλλον.
Έχετε συνταγή για το πώς ένας συγγραφέας μπορεί να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση;
Αν σκεφτείτε τι έχουμε κάνει μέσα από το δικό μας ευέλικτο κι υπερδραστήριο εκδοτικό σχήμα και πόσο μακριά φτάσαμε, θα νιώσετε ποια είναι η δική μας πρόταση. Σε μια εποχή κακόψυχη και κατατονική, υπάρχουν τρόποι να λειτουργήσουμε εναλλακτικά. Θαύμα η βάσανο αλλά γεγονός: όσα συμβαίνουν γύρω μας, ξεκινάνε από μέσα μας και καταλήγουν ξανά εκεί για να καθορίσουν το μέλλον.
Οι συνθήκες χειροτερεύουν γιατί κάθε κακοστημένο κομμάτι της ζωής μας, καταρρέει κι ας το δούμε για καλό αυτό, αρκεί να κατανοήσουμε στο μέτρο του εφικτού, την κατατονία που απειλεί να μας κυριεύσει σε διάρκεια. Ένα τμήμα των Ελλήνων υποφέρει με τρόπο πιο δραματικό απ’ όσο θίγουμε κι αυτό δεν αλλάζει καθησυχάζοντας ο ένας τον άλλον, χρειαζόμαστε λύσεις. Αλλά ακόμα κι ο θυμός σα πολιτική αντίδραση, έχει ανάγκη απ’ το κέφι και τη διάθεσή μας. Θυμίζω μια φράση απ’ το οπισθόφυλλο του “Ζωή με λες”: “ Οι επιλογές” γράφει λοιπόν “κι όχι οι προσευχές, είναι αυτές που ψιθυρίζουν λύσεις σκόρπιες από ’κεί που δε φαντάζεσαι”.
Μ’ αυτή τη γλυκιά βλέψη δουλέψαμε γι αυτό το βιβλίο: να κινητοποιήσουμε την εικόνα ενός επόμενου στόχου, μια ιδέα, ένα ακόμα συνειδητό χαμόγελο, θετικότερη σκέψη. Ξεχνώντας για λίγο τους παγωμένους αριθμούς που μας αρρωσταίνουν με τακτική συνέπεια κι όχι άδολα, είν’ αναγκαίο να ξεκινήσουμε από τη δική μας προσωπική και τρέχουσα επικαιρότητα, ν’ ασχοληθούμε λίγο παραπάνω μ’ αυτήν, να επικεντρωθούμε στα σημαντικά.
Η πένα για ένα συγγραφέα είναι βάσανο ή βάλσαμο;
Ο τρόπος να βλέπεις τα πάντα γύρω σου μέσα από τους οξυμένους αισθητήρες ενός δημιουργού είναι συνήθως βασανισμός αδιαπραγμάτευτος, ίσως κι ως ένα βαθμό συνειδητός αφού συνήθως, παλεύουμε να οξύνουμε περαιτέρω το νου μας, σχιζοειδείς όπως είμαστε συχνά, κατά τα γενικά μέτρα. Αλλά πέρα απ’ αυτό, ας μην ακούνε οι φίλοι μας τόσο συχνά εμάς τους συγγραφείς, γιατί απολαμβάνουμε οφέλη, που συχνά δε προλαβαίνουμε καν να κουβεντιάσουμε εκτενώς.
Γιατί η πάλη μέσα από το γράψιμο, όταν αυτό εξακολουθεί για χρόνια, παρέχει ευχέρεια στην αναζήτηση και την πιο βαθιά μορφή ψυχοθεραπείας μας.
Σε μένα, τον πάλαι ποτέ χαρακτηριστικά αγοραφοβικό Γιάννη, προσέφερε πολλά περισσότερα: την οριστική σχέση με τη συγγραφή κι έναν ιλιγγιώδη αριθμό πραγματικό –ως ένα βαθμό και το μέτρο, που κατανοεί μονάχα ο ίδιος ο χρόνος κι οι δυνατότητές του- αριθμό αναγνωστών, που γίνονται όσο ωριμάζουν οι κοινές συνθήκες, φίλοι ζωής. Τα δεδομένα του δικού μου χαρακτήρα έτσι όπως προδίδονται ένα-ένα και συχνά συνειδητά, προχωράνε γρήγορα τις πρώτες συστάσεις.
Σε μια μέσης διάρκειας ζωή, δε θα ‘χα τη χαρά ν’ απολαμβάνω τη σχέση και την εκτίμηση τόσων πολλών. Ούτε η ματαιότητα της φήμης από μια ιδιότητα, ούτε τα οικονομικά βέβαια κέρδη, αλλά μονάχα η χαρά του μοιράσματος, είναι το μεγάλο κέρδος που απολαμβάνουμε μέσα από τη σχέση μας με τα βιβλία κι ίσως να ‘πρεπε να ‘ναι από πάντα έτσι: να ξεχνάμε τα αντικειμενικά κόστη και τους αριθμούς, να θυμόμαστε συχνότερα τις πραγματικές αξίες και τις αλήθειες μας.