«Votre Beaute», [Οκτώβριος 2012], «Μια ιστορία για το φθινόπωρο»
«Μια ιστορία για το φθινόπωρο» (4 νέοι συγγραφείς γράφουν γι αυτά που μας πληγώνουν και μας δυναμώνουν)
«Τα καλοκαίρια της ζωής μας, επενδύαμε σε όνειρα, εικόνες, ταξίδια, ερωτισμό που μοσχοβολούσε θάλασσα κι άσχετα αν καταφέρναμε ν’ αγγίξουμε κάποιες από τις τρέχουσες ευχές μας, επιστρέφαμε στην «πραγματικότερη» ζωή, μ’ άρωμα από αλάτι, χρωματισμένοι από την υγεία του συμπαντικού ζωηφόρου ήλιου-βασιλιά, ανανεωμένοι ούτως ή άλλως με κάποιο τρόπο, τον μόνο κατορθωτό του καθενός μας.
Μεγαλώναμε στο μεταξύ –ούτε που το αντιλαμβανόμασταν- και πλήθυναν οι εποχές που έφεραν περισσότερη βροχή από φόβο κι αγωνίες, έκλεψαν τη λάμψη από το δέρμα και τα βλέμματα, που διατηρούσαν ως τότε τη δύναμη ν’ αντέξουμε την επαναφορά: στα σχολεία, τις δουλειές, τις νύχτες που ολοένα ψύχραιναν, μεταφέροντάς μας ομαλά στον επόμενο σταθμό της προσωπικής ολοδικής μας επικαιρότητας.
Είναι στην ανθρώπινη φύση μας ωστόσο, η διατήρηση της ελπίδας και των επόμενων στάσεων ζωής κι ευτυχώς. Γιατί, αν δεν στεκόμασταν επαρκείς στην κυριολεκτική αξία της έννοιας “αντοχή”, δε θ’ αντέχαμε να προχωρήσουμε περισσότερες από κάποιες απλές περαιτέρω αναπνοές σε ορίζοντα μέρας.
Η παραίτηση κι η απόγνωση δε μας αξίζουν. Κι είν’ αναγκαίο να συνεχίσουμε περπατώντας στα επόμενα φθινόπωρά μας, αγνοώντας επιδεικτικά τους παπαγάλους που έντεχνα –και προς ιδίων όφελος- εξακολουθούν να μας βομβαρδίζουν μ’ ενδεχόμενα τρόμου, ξυπνώντας μέσα μας άμυνες πληγωμένου ζώου κι απόγνωση ικανή, αφενός για να σταθούμε επαρκείς απέναντι στις οικονομικές μας «υποχρεώσεις» σε μια χώρα που τιμωρεί κατ’ εξακολούθηση τα καλύτερα παιδιά της κι αφετέρου να «στεγνώσουμε» από συναισθήματα κι ευαισθησίες «περιττές», αν κι εφόσον αυτές δεν έχουν οικονομικό κι άμεσο αντίκρυσμα στα πορτοφόλια τρίτων.
Αν είχαμε όμως κατακτημένη, μια στάλα παραπάνω ιστορική γνώση, θα γνωρίζαμε καλά τους τρόπους, να λειτουργούμε εναλλακτικά κι ανθρώπινα. Θα ‘μασταν περισσότερο υπομονετικοί απέναντι στην αλαζονεία της κάθε άλογης πολιτικής εξουσίας, θα θυμόμασταν τακτικότερα τον αναγνωρισμένο καλλιτέχνη, που κρύβει ο καθένας μέσα του.
Θα συνεχίζαμε –και ποιος μας εμπόδισε ποτέ στ’ αλήθεια να το κάνουμε- να περπατάμε σε δρόμους πλημμυρισμένους από πορτοκαλένια και κίτρινα πεσμένα φυλλώματα, σε μονοπάτια από δέντρα που συνεχίζουν να συμπεριφέρονται με την ομαλότητα, που υποδεικνύει η φύση τους, που ‘ναι κι δική μας φύση.
«Τιμωρούμαστε» βλέπεις, γιατί επενδύσαμε –δεκαετίες τώρα- σε αξίες που αναφέρονται σε αριθμούς και κόστη, όχι στα πραγματικά κι οριστικά οφέλη, που επενδύουν στην ψυχή, όχι στα πορτοφόλια μας.
«Να εκτιμάς τη δράση απ’ την απόγνωση» είναι η αφιέρωση στο πέμπτο μου προσωπικό βιβλίο [«Ζωή με λες», Δεκέμβρης 2011, Άνεμος εκδοτική].
Συνέχισε ν’ αγαπάς τα μαγευτικά σκηνικά του φθινοπώρου, που εξακολουθεί να ζωγραφίζει γύρω σου το εύκρατο ελληνικό μας κλίμα, αφού για τον καθένα και τη καθεμιά από μας, οι καιροί σπάνια στάθηκαν εύκολοι. Επένδυσε στην ταυτότητα που ορίζει μονάχα το μικρό σου όνομα –αυτό που αγαπάν οι φίλοι σου, δηλώνοντας προσωρινή άρνηση στο επώνυμο, που ορίζει οφειλές και στιγμιαίους φοβισμένους ιδρώτες άμεσων υποχρεώσεων.
Γιατί αποδεδειγμένα θα σου πω, ότι ζούμε μονάχα μια φορά-μια ζωή κι οι πιο πολλοί από μας έχουμε ξοδέψει κιόλας τη μισή, επενδύοντας ανώφελα.
Μη σταματήσεις ν’ αγαπάς, να ονειρεύεσαι και να εφευρίσκεις λύσεις που σ’ απελευθερώνουν. Βγες έξω και ψάξε για την αγαπημένη σου γειτονιά, αυτήν που ασκεί πάνω σου τη μέγιστη γοητεία, ξέρεις εσύ κι η ΜΝΗΜΗ σου που βρίσκεται, καλύτερα από μένα. Φορώντας ακόμα το καλοκαιρινό σου μπλουζάκι, το πρώτο μακρυμάνικό σου ρούχο ή το ζακετάκι, που φύλαγες εκτός αντισκορικών για τα ψυχρά καλοκαιρινά βράδια, περπάτα, σκέψου, θυμήσου.
Φανέρωσε εκεί στα μουλωχτά ένα στυλό, ένα κραγιόν ή ένα σπρέι. Και γράψε στο πιο φανερό για όλους σημείο, ένα σύνθημα-ευχή ή την πιο σημαντική για σένα λέξη, κι αυτό το ‘χες από πάντα μέσα σου, μη ξεχνιέσαι.
Κι όσο το φθινόπωρο θα περπατάει στα δικά σου βήματα, μην αμελείς να επιστρέφεις τακτικά στο αυτοσχέδιό σου γκράφιτι. Γιατί θα ‘ν’ αυτό, που θα κρατήσει μέσα σου ολοζώντανο και διαρκές, το καλοκαίρι που αξίζει η ψυχούλα σου».
• Η οργάνωση κι η επιμέλεια του αφιερώματος ανήκει
στον δημοσιογράφο Κώστα Στοφόρο.
• Η φωτογράφιση έγινε από τον Τάσο Βρεττό
• επιμέλεια: Νικόλας Γεωργίου
• Ο κύριος (!) Φιλιππίδης φοράει κοτλέ πουκάμισο και σακάκι Diesel Hellas, μακιγιάζ-χτένισμα-grooming Στέλλα Μαυροδή (D-Tales)